Κοινωνία των Πολιτών και ανθρώπινα δικαιώματα Το γεγονός ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι κατοχυρωμένα στο Σύνταγμα και σε Διεθνείς Συμβάσεις σημαίνει ότι πρέπει να γίνονται σεβαστά για καθέναν/καθεμιά, ανεξάρτητα από τις απόψεις της πλειοψηφίας ή κάθε μορφής εξουσίας (δημόσιας ή ιδιωτικής). Γι΄ αυτό στη Δημοκρατία δεν λειτουργούν μόνο πλειοψηφικοί θεσμοί (κοινοβούλιο, κυβέρνηση, πρωθυπουργός κλπ), αλλά και θεσμοί του κράτους δικαίου, οι οποίοι βρίσκονται πέρα από την αγωνία των εκλογών και του να είναι αρεστοί σε ψηφοφόρους (δικαστήρια, ανεξάρτητες αρχές).
Ο τρίτος πόλος είναι ο λαός: οι ίδιοι οι πολίτες μαζί με τους υπόλοιπους που δεν έχουν πολιτικά δικαιώματα. Η δημοκρατία δεν λειτουργεί χωρίς τους πολίτες. Οι πολίτες έχουν την δυνατότητα να ασκήσουν τα δικαιώματα τους τόσο σε ατομικό επίπεδο, όσο και συλλογικά. Η συλλογική δράση των πολιτών προστατεύεται ιδιαιτέρως από το Σύνταγμα στο άρθρο 11, αλλά και μεμονωμένα στο άρθρο 10 που κατοχυρώνει τη συλλογική διάσταση του αναφέρεσθαι στις αρχές. Ευρύτερη κατοχύρωση του δικαιώματος της ένωσης προβλέπεται από το άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Τα δικαιώματα συλλογικής δράσης των πολιτών παρέχουν την συνταγματική έδραση για την ανάπτυξη μιας "κοινωνίας των πολιτών", δηλαδή φορέων πέραν των κρατικών υποκειμένων, αλλά και πέραν των πολιτικών κομμάτων και των συνδικαλιστικών οργάνων. Τέτοιου είδους οργανώσεις, οι οποίες κινητοποιούνται γύρω από ένα σύνολο κοινών στόχων που υπερβαίνουν την ατομική επιδίωξη αποκτούν σταδιακά μια ευρύτερη νομιμοποίηση στην κοινή γνώμη, η οποία διαπιστώνει ότι ο συνδυασμός συλλογικής δράσης και σωστής προβολής της από τα μέσα ενημέρωσης, αποτελεί ένα ισχυρό μοχλό πίεσης σε μια σειρά ζητημάτων προς τα οποία οι πλειοψηφίες και οι εξουσίες δεν είναι καθόλου φιλικές, ενώ οι αρμόδιοι κρατικοί μηχανισμοί χρειάζονται ενεργή κινητοποίηση και παρακολούθηση για να προσφέρουν με αποτελεσματικό τρόπο τις υπηρεσίες τους.
Το σύστημα αυτό γίνεται πολύ πιο "εκρηκτικό" με την είσοδο των νέων μέσων επικοινωνίας και των υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης. Όταν ένα μήνυμα μπορεί να υιοθετηθεί από χιλιάδες ανθρώπους, να υποστηριχθεί από την τεχνογνωσία των εξειδικευμένων μη κυβερνητικών οργανώσεων και ανεξάρτητων πολιτών και να επικοινωνηθεί προς το σύνολο των mainstream μέσω ενημέρωσης, η λειτουργία της Κοινωνίας των Πολιτών αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα στα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Διότι το ζητούμενο σε μια συμμετοχική δημοκρατία είναι να μετέχει ο πολίτης στην διαμόρφωση των αποφάσεων που αφορούν τα δημόσια πράγματα.
Στην πράξη υπάρχει βέβαια ιδιαίτερη καχυποψία, απ' όλες τις πλευρές. Από τις ίδιες τις οργανώσεις απέναντι στις άλλες, από τους κρατικούς φορείς απέναντι στις οργανώσεις, από τους μη ενεργούς πολίτες που η συνήθης πρακτική τους είναι η μηδενιστική αμφισβήτηση και η υπόνοια οικονομικών ή άλλων ιδιοτελών στόχων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διαφάνεια αποτελεί μια κεντρική αρχή που θα πρέπει να γίνεται καθολικά σεβαστή, στο μέτρο φυσικά που δεν θίγει τον πυρήνα του δικαιώματος συλλογικής δράσης ή άλλα δικαιώματα ή έννομα συμφέροντα. Εξάλλου, η κακόπιστη κριτική, όση διαφάνεια κι αν υπάρξει, θα συνεχίσει να βρίσκει λόγους για ανέξοδες κατηγορίες, όπως λ.χ. η αθέμιτη προσωπική προβολή, οι πολιτικές φιλοδοξίες κλπ. Είναι μια κριτική, η οποία βρίσκεται ένα στάδιο πίσω, γιατί αντιλαμβάνεται την Κοινωνία των Πολιτών ως εργαλείο ή εφαλτήριο και όχι ως αυταξία και πλαίσιο αυτόνομης δράσης.
Ωστόσο, η κριτική αυτή δεν αποκλείεται να είναι βάσιμη σε περιπτώσεις που οι μη κυβερνητικές οργανώσεις χρησιμοποιούνται από άτομα που βρίσκονται σε σχέση διαπλοκής με την εξουσία και αποτελούν φορείς είτε διασπάθισης δημόσιου χρήματος, είτε προπετάσματος καπνού για την επικοινωνιακή πολιτική του εκάστοτε big boss. Οι περιπτώσεις αυτές σπάνια θα αφορούν οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων, διότι για εκεί εξ ορισμού προβλέπονται οι χαμηλότερες χρηματοδοτήσεις και τα λιγότερα συμφέροντα πολιτικής ή επιχειρηματικής εξουσίας. Η διαπλοκή εκεί μπορεί να αφορά τον διορισμό στο δημόσιο, οπότε το "δίπορτο" μέλος ΜΚΟ και δημόσιος υπάλληλος προάσπισης ανθρώπινων δικαιωμάτων δεν χρειάζεται καν να αποτελέσει αντικείμενο κριτικής: τα λέει όλα από μόνο του. Εκεί αντιστρέφεται το "βάρος της απόδειξης" κι απομένει να αποδείξει κάποιος πόσο μπορεί να είναι και "δίπορτος" αλλά και ανεξάρτητος.
Εάν είχαμε μια ισχυρή κοινωνία των πολιτών στην Ελλάδα, είναι βέβαιο ότι δεν θα είχαν περάσει τα πακέτα αντισυνταγματικών νομοθεσιών που ψηφίστηκαν μέσα στον Ιούλιο από το Τμήμα Διακοπών στη Βουλή. Είδαμε ότι η Αρχή Προσωπικών Δεδομένων άργησε πάρα πολύ να δημοσιοποιήσει τις γνωμοδοτήσεις της, που αν τις είχαν στα χέρια τους οι βουλευτές κατά τον κρίσιμο χρόνο, θα ήταν αλλιώς. Φυσικά, η αντισυνταγματικότητα είχε επισημανθεί από διάφορες πλευρές, έλλειπε όμως ένα κύμα συλλογικής δράσης, επικοινωνίας και κινητοποίησης που θα μπορούσε να μεταφραστεί σε ενδεχόμενο "πολιτικό κόστος" (για να μιλήσω με όρους πλειοψηφικών θεσμών) ώστε οι Υπουργοί να σκεφτούν τελικά και τις ψήφους που θα φύγουν. Αν λειτουργούσαν τα αντίβαρα και ο μηχανισμός της Δημοκρατίας, ο Πρόεδρος θα έπρεπε να είχε αναπέμψει τα νομοσχέδια αυτά, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του. Θα χρειαζόταν όμως μια συλλογική νομιμοποίηση μια τέτοια κίνηση, την οποία μόνο η Κοινωνία των Πολιτών θα μπορούσε να του παράσχει.
Περνάμε ένα καλοκαίρι με περισσότερες παραβάσεις του Συντάγματος απ' ότι στα Ιουλιανά. Το κεφάλαιο των ατομικών δικαιωμάτων, ιδίως όσον αφορά τις ελευθερίες της έκφρασης, της πρόσβασης στην πληροφόρηση, της προστασίας προσωπικών δεδομένων, του απορρήτου των επικοινωνιών και της ελευθερίας τηε τέχνης, έχει παραβιαστεί βάναυσα από αρκετούς δημόσιους φορείς. Ορισμένοι αντιδράσαμε και θα εξακολουθήσουμε να αντιδράμε, προσπαθώντας να κινητοποιήσουμε τους θεσμούς να παίξουν το ρόλο αντιβάρου στην αυθαιρεσία της εξουσίας. Οι υπόλοιποι; Αναρτήθηκε από e-Lawyer